Πάνω από 4,5 εκατ. άνθρωποι πέθαναν πρόωρα από την ατμοσφαιρική ρύπανση το 2019 - Σε Κίνα και Ινδία οι περισσότεροι θάνατοι
Ατμοσφαιρική ρύπανση: Μια ιστορία περιβαλλοντικής ανισότητας
Πάνω από 4,5 εκατ. άνθρωποι πέθαναν πρόωρα από την ατμοσφαιρική ρύπανση το 2019 - Σε Κίνα και Ινδία οι περισσότεροι θάνατοι
Πάνω από 4,5 εκατ. άνθρωποι πέθαναν πρόωρα από την ατμοσφαιρική ρύπανση το 2019 - Σε Κίνα και Ινδία οι περισσότεροι θάνατοι
Πάνω από 4,5 εκατ. άνθρωποι πέθαναν πρόωρα από την ατμοσφαιρική ρύπανση το 2019 - Σε Κίνα και Ινδία οι περισσότεροι θάνατοι
Η ιστορία της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι μια ιστορία περιβαλλοντικής ανισότητας. Παρόλο που σχεδόν όλοι στον κόσμο αναπνέουν αέρα που είναι με -κάποιο τρόπο– μολυσμένος, εκείνοι που πλήττονται περισσότερο είναι όσοι αδυνατούν να προστατευτούν ή να ξεφύγουν από την ατμοσφαιρική ρύπανση και τον μολυσμένο αέρα.
Το Δελχί, η δεύτερη μεγαλύτερη μεγαλούπολη του κόσμου, έχει μια από τις χειρότερες ποιότητες αέρα στον κόσμο. Παρά το γεγονός ότι αρχές της Ινδίας έχουν κάνει βήματα για τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, τα επίπεδα πολλαπλών ρύπων υπερβαίνουν τακτικά τα όρια του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ).
Μια πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε από το Ινστιτούτο Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου του Σικάγο προειδοποίησε ότι η ζωή των κατοίκων της πρωτεύουσας της Ινδίας μειώνεται έως και κατά 11,9 χρόνια, συγκριτικά με τα χρόνια που θα ζούσαν εάν η ατμοσφαιρική ρύπανση μειωνόταν στα επίπεδα που συνιστά ο ΠΟΥ.
Εκτός από περιβαλλοντικό ζήτημα, η ατμοσφαιρική ρύπανση «είναι κι ένα έμφυλο ζήτημα, που επηρεάζει περισσότερο τις γυναίκες» αναφέρει η Sweety Sharma, υπεύθυνη προγράμματος στο Cornerstone Knowledge Builders, μια οργάνωση που εργάζεται για τη δημιουργία ευαισθητοποίησης σχετικά με τις κρυφές επιπτώσεις της ρύπανσης των εσωτερικών χώρων σε κοινότητες με χαμηλό εισόδημα στο Νέο Δελχί. «Οι γυναίκες συλλέγουν με κόπο τα καυσόξυλα από τα δάση καθημερινά και εκτίθενται συνεχώς σε αυτές τις τοξικές αναθυμιάσεις ενώ μαγειρεύουν» προσθέτει.
Με τη βοήθεια του Cornerstone, η 29χρονη Mithilesh άρχισε να εξηγεί στην ίδια της την κοινότητα το πόσο επιβλαβής μπορεί να είναι η ρύπανση των εσωτερικών χώρων για την υγεία τους. «Οι γυναίκες το παίρνουν τώρα πιο σοβαρά» τονίζει, προσθέτοντας πως «πάντα αποσιωπούσαμε τα προβλήματα υγείας και τη δυσφορία κατά τη χρήση της ξυλόσομπας, αλλά μαθαίνουμε να μην τα αγνοούμε. Ακόμα και σε εξωτερικούς χώρους, τυλίγουμε μαντήλια γύρω μας ενώ μαγειρεύουμε, ώστε να μην εισπνέουμε απευθείας τον καπνό. Χρησιμοποιούμε τα κέρδη μας για να δίνουμε προτεραιότητα στην αγορά φιαλών αερίου όποτε μπορούμε» επισημαίνει.
Παρόλο που εξακολουθούν να υπάρχουν 2,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως που χρησιμοποιούν μη αποδοτικά καύσιμα όπως κηροζίνη, ξύλο, κοπριά, κάρβουνο και άνθρακα για την προετοιμασία του φαγητού, η ευαισθητοποίηση με αυτόν τον τρόπο και η υποστήριξη της μετάβασης σε πιο ποιοτικότερους τρόπους μαγειρέματος μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά.
Θάνατοι από την ατμοσφαιρική ρύπανση
Οι θάνατοι που οφείλονται στην ατμοσφαιρική ρύπανση του αέρα σε εσωτερικούς χώρους εκτιμάται ότι έχουν μειωθεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες, καθώς τα επίπεδα ακραίας φτώχειας παγκοσμίως έχουν μειωθεί.
Στη θέση του όμως έχει αναδυθεί ένα ολέθριο και πολύ πιο διαδεδομένο πρόβλημα, με τις σύγχρονες μορφές ατμοσφαιρικής ρύπανσης, που προκαλούνται από την καύση ορυκτών καυσίμων και τη βιομηχανοποίηση, να στοιχίζουν ολοένα και περισσότερες ζωές.
Εκτιμάται ότι 4,5 εκατ. άνθρωποι πέθαναν πρόωρα ως αποτέλεσμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε εξωτερικούς χώρους το 2019, 300.000 περισσότεροι από ό,τι το 2015 και 1,6 εκατ. περισσότεροι από ό,τι το 2000. Το πρόβλημα αυξάνεται ιδιαίτερα στις ταχέως αναπτυσσόμενες χώρες της Νότιας Ασίας και της Νοτιοανατολικής Ασίας, όπου η εκβιομηχάνιση έχει ξεπεράσει την ικανότητα της νομοθεσίας να ελέγχει τη ρύπανση.
Σε Κίνα και Ινδία οι περισσότεροι θάνατοι
Η Κίνα και η Ινδία έχουν μακράν τον υψηλότερο αριθμό θανάτων που προκαλούνται από την ατμοσφαιρική ρύπανση, αλλά εξετάζοντας την επιβάρυνση ως ποσοστό του πληθυσμού, είναι συχνά οι φτωχότερες χώρες που υποφέρουν περισσότερο.
Υπολογίζεται ότι 716 εκατ. από τους ανθρώπους με το χαμηλότερο εισόδημα στον κόσμο ζουν σε περιοχές με μη ασφαλή επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης. Αυτό μπορεί να μην αποτελεί έκπληξη – είναι συχνά οι λιγότερο προετοιμασμένοι για να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην υγεία. Αλλά ακόμη και στα ανεπτυγμένα, μεταβιομηχανικά έθνη της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, το τίμημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης το επωμίζονται κυρίως οι λιγότερο εύποροι ή οι μειονοτικές κοινότητες που υποφέρουν από άλλες ανισότητες.
Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι είναι η καύση ορυκτών καυσίμων που έχει οδηγήσει στη ραγδαία αύξηση των θανάτων λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σε όλο τον κόσμο. Ορισμένες μελέτες έχουν δώσει ακόμη υψηλότερα νούμερα για τον αριθμό των θανάτων, με πιθανόν 8,7 εκατ. πρόωρους θανάτους να αποδίδονται στη ρύπανση από την καύση ορυκτών καυσίμων.
Η καύση άνθρακα, βενζίνης και ντίζελ αποτελεί σημαντική πηγή λεπτών σωματιδίων, γνωστών ως PM2.5. αποτελούνται από μικροσκοπικά σωματίδια διαμέτρου μικρότερης των 2,5 μικρομέτρων που όταν εισπνέονται μπορούν να εισχωρήσουν βαθιά στους πνεύμονες. Έχουν επίσης την ικανότητα να περνούν στην κυκλοφορία του αίματος, όπου πιστεύεται ότι αυξάνουν τα επίπεδα φλεγμονής και έχουν συνδεθεί με μια σειρά από χρόνια μακροπρόθεσμα προβλήματα υγείας, συμπεριλαμβανομένων των καρδιακών παθήσεων, των πνευμονικών προβλημάτων και των καρκίνων.
Πολλά κράτη αγωνίζονται επίσης για να ελέγξουν τα επίπεδα των ρύπων. «Στις χώρες υψηλών εισοδημάτων, η ατμοσφαιρική ρύπανση από τα PM 2.5 είναι η κύρια αιτία πρόωρου θανάτου από περιβαλλοντικά αίτια», λέει ο Stephen Polasky, καθηγητής Περιβαλλοντικών, Οικονομικών και Οικολογικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Μινεσότα.
Ατμοσφαρική ρύπανση και ανισότητες
Στις ΗΠΑ, η ατμοσφαιρική ρύπανση έχει μειωθεί σημαντικά από τότε που ψηφίστηκε ο νόμος για τον καθαρό αέρα το 1970 και ξεκίνησαν να καταργούνται σταδιακά τα μολυβδούχα καύσιμα για τα οδικά οχήματα το 1975. Παρ’ όλα αυτά, η ρύπανση από τα PM 2.5 παραμένει ο μεγαλύτερος περιβαλλοντικός κίνδυνος για την υγεία στη χώρα, υποστηρίζει ο Polasky. Και επηρεάζει δυσανάλογα τις περιθωριοποιημένες κοινότητες και τους ανθρώπους με χαμηλά εισοδήματα, λέει.
Σε μια μελέτη του 2019, ο Polasky και άλλοι ερευνητές χρησιμοποίησαν όργανα παρακολούθησης της ποιότητας του αέρα για να παρακολουθήσουν τις εκπομπές, την έκθεση του ανθρώπου σε αυτές τις εκπομπές και τις επιπτώσεις της στα αποτελέσματα της υγείας στις ΗΠΑ. Βρήκαν στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι μαύροι και οι μειονοτικές ομάδες στις ΗΠΑ διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να υποστούν βλάβη από αυτή τη ρύπανση σε σχέση με τους μη ισπανόφωνους λευκούς, παρόλο που ευθύνονται λιγότερο για την πρόκληση της ρύπανσης εξ αρχής.
«Διαπιστώσαμε ότι οι άνθρωποι που είναι πλούσιοι τείνουν να καταναλώνουν περισσότερο» λέει ο Polasky. «Αλλά εκείνοι που ήταν υπεύθυνοι για το μεγαλύτερο μέρος της ρύπανσης έμεναν μακριά από τις επιπτώσεις».
Η μελέτη διαπίστωσε ότι η έκθεση σε PM 2.5 μειώθηκε έως και 50% κατά την περίοδο 2002-2015 και για τις τρεις ομάδες πληθυσμού, ωστόσο η μείωση αυτή δεν ήταν ισομερώς κατανεμημένη. Κατά μέσο όρο, οι μη ισπανόφωνοι λευκοί βίωσαν αυτό που οι ερευνητές αποκαλούν «πλεονέκτημα ρύπανσης» – εκτέθηκαν σε 7% λιγότερα PM2.5 από τον μέσο όρο, αλλά ήταν υπεύθυνοι για 12% περισσότερη από τη μέση έκθεση λόγω των υψηλότερων επιπέδων κατανάλωσής τους. Το «βάρος της ρύπανσης», όπου η διαφορά μεταξύ των επιπέδων έκθεσης και της παραγωγής ρύπανσης μετατοπίζεται προς την αντίθετη κατεύθυνση, έφτανε το 56-63% και το βίωναν δυσανάλογα οι μαύρες και οι ισπανόφωνες κοινότητες.
Διαβασε ακομα
H μοναξιά αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτουΤα αποτελέσματα αυτά απηχούν εκείνα μιας μελέτης του 2014, η οποία διαπίστωσε ότι οι μη λευκοί πληθυσμοί στις ΗΠΑ εκτίθενται σε επίπεδα διοξειδίου του αζώτου -ενός άλλου ρύπου που προκαλείται από την καύση ορυκτών καυσίμων- που είναι 38% υψηλότερα από εκείνα που βιώνουν οι λευκοί πληθυσμοί. Εάν τα επίπεδα έκθεσης μειώνονταν στα επίπεδα που αναπνέουν οι λευκοί πληθυσμοί, οι επιστήμονες εκτίμησαν ότι αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε 7.000 λιγότερους θανάτους από καρδιακές παθήσεις κάθε χρόνο.
Μεγάλο μέρος της ανισότητας οφείλεται στο πόσο κοντά ζουν αυτές οι κοινότητες στις πηγές της ρύπανσης. Μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2021, διαπίστωσε ότι οι μαύροι, οι Ασιάτες και οι ισπανόφωνοι στις ΗΠΑ εκτίθενται σε επίπεδα PM2,5 πάνω από το μέσο όρο από το 73-87% των πηγών που ευθύνονται για τη ρύπανση.
Όμως, ο πλούτος παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην έκθεση των ανθρώπων στην ατμοσφαιρική ρύπανση. Όταν είσαι πλούσιος, έχεις τη δύναμη να εγκαταλείψεις μια μολυσμένη κοινότητα, αλλά οι φτωχοί άνθρωποι και οι μειονοτικές ομάδες τείνουν να επωμίζονται τις συνέπειες της κατανάλωσης ενός πλούσιου λαού και, αντίθετα, δεν μπορούν να μετακομίσουν τόσο εύκολα, επισημαίνει ο Polasky.
Στην Ευρώπη, οι φτωχότερες περιοχές τείνουν να εμφανίζουν επίπεδα συγκέντρωσης PM2,5 που είναι κατά ένα τρίτο υψηλότερα από τις πλουσιότερες. Οι φτωχότερες κοινότητες τείνουν να ζουν πιο κοντά σε ρυπογόνες βιομηχανίες από ό,τι οι πλουσιότερες και συχνά δεν έχουν πρόσβαση σε χώρους πρασίνου.
Για να κατανοήσουμε την ανισότητα της ρύπανσης, είναι σημαντικό να καταλάβουμε από πού προέρχεται.
Στη μελέτη τους, ο Polasky και οι συνάδελφοί του διερεύνησαν τους 131.000 πρόωρους θανάτους που προκλήθηκαν από την έκθεση σε PM2,5 στις ΗΠΑ το 2015. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι 102.000 από αυτούς τους θανάτους σχετίζονταν άμεσα με τις εκπομπές από αυτοκίνητα και οχήματα, ενώ 29.000 προέρχονταν από άλλες πηγές, κυρίως από πυρκαγιές. Έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από την Υπηρεσία Προστασίας του Περιβάλλοντος των ΗΠΑ δείχνει ότι οι φυλετικές και εθνοτικές μειονοτικές ομάδες είναι πιθανότερο να επηρεάζονται από την ατμοσφαιρική ρύπανση από τη βιομηχανία, τις κατασκευές και τα οδικά οχήματα.
Ωστόσο, οι πηγές ρύπανσης από τα PM 2.5 μπορεί να διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των χωρών. Ο Karn Vohra, ερευνητής στον τομέα της περιβαλλοντικής υγείας στο University College του Λονδίνου και οι συνάδελφοί του χρησιμοποίησαν δορυφορικά δεδομένα προκειμένου να ποσοτικοποιήσουν τις μακροπρόθεσμες αλλαγές στην ποιότητα του αστικού αέρα.
Επικεντρώθηκαν σε πόλεις στις τροπικές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων οκτώ πόλεων στην Ινδία. «Βρήκαμε αυξήσεις στους περισσότερους ρύπους από το 2005 έως το 2018 στις περισσότερες ταχέως αναπτυσσόμενες τροπικές πόλεις» λέει ο Vohra. Ενώ η ατμοσφαιρική ρύπανση στις τροπικές περιοχές ήταν μεγάλη στο παρελθόν από την εποχιακή καύση βιομάζας για τον καθαρισμό της γης και την απόρριψη των γεωργικών αποβλήτων, η έρευνα υποδηλώνει ότι οι πυκνοκατοικημένες πόλεις εισέρχονταν σε «μια νέα εποχή ατμοσφαιρικής ρύπανσης», όπου οι αναδυόμενες βιομηχανίες, η οδική κυκλοφορία και οι οικιακές πυρκαγιές υποβαθμίζουν τον αέρα.
Warning: Undefined array key 0 in /var/www/vhosts/devocean.gr/pride.devocean.gr/wp-content/themes/pride/gutenblocks/blocks/extra-post/render.php on line 12
Warning: Undefined property: WP_Error::$name in /var/www/vhosts/devocean.gr/pride.devocean.gr/wp-content/themes/pride/gutenblocks/blocks/extra-post/render.php on line 13
Warning: Undefined array key 0 in /var/www/vhosts/devocean.gr/pride.devocean.gr/wp-content/themes/pride/gutenblocks/blocks/extra-post/render.php on line 14
Ενώ οι τροπικές πόλεις, ιδίως στην Ινδία, παρουσίαζαν αύξηση του πληθυσμού με πρωτοφανή ρυθμό, είχαν περιορισμένη παρακολούθηση της ρύπανσης και δεν είχαν ακόμη εφαρμόσει πολιτικές ή δημιουργήσει υποδομές για τον περιορισμό της ρύπανσης.
Εκτός του ότι αποτελεί ζήτημα δημόσιας υγείας που επηρεάζει δυσανάλογα τις κοινότητες με χαμηλό εισόδημα και τις μειονότητες, η ρύπανση αυτή έχει άμεσο αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη, επειδή μειώνει την παραγωγικότητα, σημειώνει η η Catherine Hausman, αναπληρώτρια καθηγήτρια δημόσιας πολιτικής στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν Ann Arbor. «Θεωρώ ότι αυτό είναι ένα βασικό ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουν οι κυβερνήσεις παγκοσμίως».
Η Hausman τονίζει ότι οι κυβερνήσεις έχουν καθήκον να ενημερώνουν τους ανθρώπους για τα υψηλά επίπεδα ρύπανσης, καθώς και για τα μέτρα προστασίας που μπορούν να λάβουν. «Σε πολλά μέρη του κόσμου, το δίκτυο παρακολούθησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης είναι ανεπαρκές, οπότε οι άνθρωποι απλώς δεν γνωρίζουν πόσο σοβαρή είναι η ρύπανση στις γειτονιές τους (…) Έτσι, οι άνθρωποι δεν λαμβάνουν πάντα τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία τους» αναφέρει.
Με πληροφορίες από το BBC