Μήπως ήρθε η ώρα να ξεπεράσουμε τον φόβο μας για την ασχήμια και να ανατρέψουμε τη λατρεία της ομορφιάς;
Η εμμονή με την ομορφιά και η γοητεία της ασχήμιας
Μήπως ήρθε η ώρα να ξεπεράσουμε τον φόβο μας για την ασχήμια και να ανατρέψουμε τη λατρεία της ομορφιάς;
Μήπως ήρθε η ώρα να ξεπεράσουμε τον φόβο μας για την ασχήμια και να ανατρέψουμε τη λατρεία της ομορφιάς;
Μήπως ήρθε η ώρα να ξεπεράσουμε τον φόβο μας για την ασχήμια και να ανατρέψουμε τη λατρεία της ομορφιάς;
Όσο η βιομηχανία της ομορφιάς αποφέρει έσοδα δισεκατομμυρίων δολαρίων κάθε χρόνο – σχεδόν 530 δισ. το 2022 σύμφωνα με τη Statista – κανείς δεν μπορεί να κοιμάται ήσυχος. Με τη βοήθεια της τεχνολογίας και της επιστήμης, πάντα μπορούμε να γίνουμε πιο ελκυστικοί. Και καθώς η φυσική ομορφιά συχνά δεν είναι δεδομένη, αρκετή ή απλώς εκτιμητέα, η αέναη μάχη με την ασχήμια δίνεται κάθε φορά με νέους όρους.
Από τις ακραίες δίαιτες και το νούμερο μηδέν, τα φίλτρα στο Instagram, το συνταγογραφούμενο Ozempic, τα μπότοξ και το υαλουρονικό μέχρι τις πλαστικές και τις ανέφικτες αναλογίες των Kardashians – με τη μικροσκοπική μέση και τους ενισχυμένους γλουτούς – πολλοί θα έφταναν στα άκρα για να αγγίξουν την τελειότητα (;;;).
The Cult of Beauty
Έκθεση στo μουσείο Wellcome Collection του Λονδίνου, με τίτλο Η Λατρεία της Ομορφιάς (The Cult of Beauty), καλεί τους επισκέπτες να αλλάξουν τον τρόπο που σκέφτονται για το κάλλος.
Παρουσιάζοντας διάφορα αντικείμενα, έργα τέχνης και προϊόντα ομορφιάς ανά τους αιώνες, οι υπεύθυνοι της έκθεσης αφήνουν να εννοηθεί ότι η ασχήμια δεν έχει τη θέση που της αξίζει – ειδικά από τότε που οι άνθρωποι ειδωλοποίησαν την καλή εμφάνιση.
Πώς γίνεται όμως ακόμα να πιστεύουμε στον μύθο της παγκόσμιας ομορφιάς όταν τα πρότυπά της αλλάζουν τόσο πολύ με την πάροδο του χρόνου; Και ποιος μπορεί να προσδιορίσει τι είναι αντικειμενικά όμορφο όταν οι τάσεις έρχονται και παρέρχονται;
Η Αβάσταχτη Ματαιότητα της Ομορφιάς
Στο έργο του Daniel Hopfer, Death and the Devil Surprising Two Women, o Θάνατος κι ο Διάβολος αιφνιδιάζουν δύο γυναίκες που κοιτάζονται σε ένα καθρέφτη χειρός. Πρόκειται για μία γερμανική χαλκογραφία του 16ου αιώνα όπου απεικονίζεται η ματαιότητα της ομορφιάς.
Οι γυναίκες με την περίτεχνη κόμμωση θαυμάζουν τη γοητεία που αποπνέουν μέσα στα πλούσια φορέματά τους. Μπροστά τους, ένα μπουντουάρ με αλοιφές, κρέμες και αρώματα. Η απειλή, όμως, ξεπροβάλλει από πίσω τους, υπενθυμίζοντας στους θεατές ότι όλα αυτά τα μικρά στολίδια που χαρίζουν την παροδική ομορφιά, θα καταλήξουν στο τίποτα.
Μερικά από τα πιο ενδιαφέροντα αντικείμενα της έκθεσης αποτελούν μία σχεδόν κωμική διάψευση της ιδέας ότι η ομορφιά είναι φυσική. Ένας ορειχάλκινος κορσές της περιόδου 1800-1880, σωστό κομψοτέχνημα: Δεν είναι σαφές αν έχει σχεδιαστεί για να θεραπεύσει κάποια παραμόρφωση της σπονδυλικής στήλης ή για να δημιουργήσει μία αφύσικα λεπτή μέση που θα ξυπνούσε τον πόθο στα αρσενικά της εποχής.
Φαίνεται ωστόσο, τόσο τραχύς και βάναυσος όσο και μία μεσαιωνική πανοπλία. Στην πραγματικότητα, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε πόση πειθαρχία και θάρρος θα χρειαζόταν μία νεαρή κοπέλα για να φυλακίσει το σώμα της μέσα σε ένα τέτοιο εργαλείο βασανισμού, υπακούοντας τις νόρμες της εποχής.
Το να τάσσεται κανείς συνέχεια με την ομορφιά είναι μία χρονοβόρα, αρκετές φορές επίπονη και σίγουρα ακριβή επιλογή. Τα καλοραμμένα ρούχα, το επαγγελματικό μακιγιάζ και μία επίσκεψη σε spa ή κομμωτήριο θα μπορούσε βέβαια κάπως να κατευνάσει τις κακεντρεχείς γλώσσες: Τουλάχιστον, δεν αφηνόμαστε στη μοίρα μας.
Helena Rubinstein: Δεν υπάρχουν άσχημες γυναίκες, παρά μόνο τεμπέλες
Στις αρχές του 20ού αιώνα, η Πολωνοαμερικανίδα μεγιστάνας των καλλυντικών Helena Rubinstein – που απεικονίζεται στην έκθεση να δοκιμάζει μία λοσιόν στο εργοστάσιό της στο Λονγκ Άιλαντ – αναφέρει: «Δεν υπάρχουν άσχημες γυναίκες, παρά μόνο τεμπέλες».
Φυσικά, η επιχειρηματίας γνώριζε ότι μία τέτοια δήλωση θα γέμιζε με ενοχές τις πελάτισσές της, οι οποίες θα έσπευδαν να αγοράσουν τη νέα κρέμα προσώπου από σπάνια βότανα των Καρπαθίων – όπως ισχυριζόταν. Η κρέμα δημιούργησε αίσθηση στις αρχές του 20ού αιώνα κι ας αποτελούνταν τελικά, σύμφωνα με την Telegraph, κυρίως από λανολίνη και άλλα – όχι τόσο ευφάνταστα – συστατικά.
Εξουθενωτικό να κυνηγάς συνέχεια την ομορφιά
Και μόνο μία απλή έρευνα σχετικά με τα προϊόντα που μπορούμε να αγοράσουμε για να γίνουμε «ομορφότεροι» αποτελεί εξαντλητικό task, καθώς είναι άπειρα: Κρέμες, μακιγιάζ, κοσμήματα, κοκαλάκια, χτένες, ισιωτικά, σίδερα για μπούκλες και η λίστα δεν έχει τέλος.
Η συλλογή των compact καθρεφτών της έκθεσης είναι άκρως εντυπωσιακή. Μεταξύ τους και ένας πανέμορφος καθρέφτης τσέπης από το Σαλβαντόρ Νταλί, σχεδιασμένος κάπου τη δεκαετία του ’50. Το Bird in Hand αποτελεί ένα αληθινό έργο τέχνης που αναπαριστά ένα πουλί από μπρούντζο, με δύο μάτια από κόκκινο σμάλτο που μαγνητίζουν.
Ωστόσο, ένας τέτοιος καθρέφτης εύκολα θα έβαζε τον κάτοχό του στον πειρασμό να ελέγχει τα μαλλιά ή το μακιγιάζ κάθε 10 λεπτά.
Βέβαια, ακόμη και χωρίς τον καθρέφτη τσέπης, το να πρέπει να τρέχεις στo μπάνιο για να ανανεώσεις το κραγιόν μετά από κάθε γεύμα μπορεί να είναι από αφόρητα βαρετό έως ψυχικά εξαντλητικό.
Με ένα κλικ η ομορφιά στην πόρτα σου
Το διαδίκτυο φυσικά δε βοηθάει να κατευνάσουμε τον παροξυσμό της ομορφιάς: Στην έκθεση υπάρχει ένα βικτοριανό φυλλάδιο που διαφημίζει μία ηλεκτροπαθητική ζώνη αλλά και μία σειρά με τεχνητές μύτες από ελεφαντόδοντο και μέταλλο του 18ου αιώνα.
Βλέποντάς τα, δεν μπορεί να μην πάει το μυαλό μας στα σύγχρονα εργαλεία ομορφιάς που ξεπηδούν μέσα από διαφημίσεις στα social media: Από μηχανήματα παθητικής γυμναστικής και συσκευές με υπέρυθρες που λευκαίνουν τα δόντια μέχρι αυτοκόλλητα patches που λειαίνουν τις ρυτίδες και μηχανήματα που ενδυναμώνουν τους μύες του λαιμού, εξαφανίζοντας το προγούλι. Όλα «κάνουν θαύματα»!
Η «ασχήμια» ως επιλογή
Τι γίνεται όμως με εκείνους που δεν υπακούν στα πρότυπα ομορφιάς έτσι όπως υπαγορεύονται από τις τάσεις της κάθε εποχής; Υπάρχει συχνά μία ανεξήγητη οργή όταν ορισμένοι άνθρωποι βλέπουν κάποιον ατημέλητο ή όταν ανεβαίνει μία φωτογραφία στα social media που δεν είναι σύμφωνη με τη mainstream αισθητική.
Το παράδοξο είναι ότι ο τρόπος με τον οποίο θέλει κάποιος να εμφανίζεται δεν έχει καμία ουσιαστική επίπτωση πάνω σε αυτόν που τον χλευάζει ή τον κατηγορεί ως «άσχημο».
Πώς μπορούμε όμως να ξεφύγουμε από τη λατρεία της ομορφιάς; Ίσως μία διέξοδος θα ήταν να αγκαλιάσουμε το αντίθετό της. Η ασχήμια δεν έχει μελετηθεί επαρκώς ως αυτοτελές θέμα, αλλά θεωρείται μόνο ως η απουσία ή η άρνηση της ομορφιάς.
Η ασχήμια είναι ένα θέμα που οι συγγραφείς έχουν αποφύγει σαν την πανούκλα
Ο κριτικός σχεδιασμού Stephen Bayley γράφει το 2012 στο βιβλίο του Ugly: The Aesthetics of Everything: «Δεν μπορείς να γράψεις μία ιστορική αφήγηση για την ασχήμια, τουλάχιστον όχι με την ακαδημαϊκή έννοια. Τέτοια βιβλία απλά δεν υπάρχουν. Λόγω της επιθετικής της φύσης, η ασχήμια είναι ένα θέμα που οι συγγραφείς έχουν γενικά αποφύγει. Ίσως το έχουν αποφύγει σαν την πανούκλα».
Η ομορφιά στην Τέχνη
Υπάρχει πάντα κάτι κουραστικό στο να καταναλώνεις πολλή ομορφιά ταυτόχρονα, αναφέρει η Megan Nolan, συγγραφέας και δημοσιογράφος. Η ομορφιά είναι διεγερτική: Μας αναγκάζει να τη θαυμάζουμε και να την ερωτευόμαστε. Ταυτόχρονα όμως είναι επαναλαμβανόμενη και άρα – ορισμένες φορές – πληκτική.
Η ασχήμια, αντίθετα, μας προβληματίζει με έναν τρόπο που είναι συναρπαστικά ενδιαφέρων. Η αληθινή ασχήμια – σε αντίθεση με τις εναλλακτικές ή ανορθόδοξες μορφές ομορφιάς – μπορεί να είναι ενοχλητική αλλά σπάνια είναι βαρετή.
Στον πίνακα του Sandro Botticelli δεν μπορείς παρά να θαυμάσεις την αναδυόμενη Αφροδίτη, με τα πυρόξανθα κυματιστά μαλλιά και το γαλήνιο πρόσωπο: Όλος ο πίνακας αναδύει μία μαγεία.
Δέος προκαλούν και οι αναλογίες της Αφροδίτης της Μήλου. Ένας μεγάλος αριθμός τουριστών άλλωστε επισκέπτεται το Μουσείο του Λούβρου για να θαυμάσει τα αγάλματα από την Κλασική και Ελληνιστική περίοδο.
Όμως το ενδιαφέρον πολλών στρέφεται σύντομα σε έργα που όχι μόνο δεν είναι η επιτομή της ομορφιάς αλλά συχνά προκαλούν τον αποτροπιασμό.
H τέχνη δεν φτιάχτηκε για να αναπαράγει την ομορφιά
Εξάλλου η τέχνη δεν φτιάχτηκε για να αναπαράγει την ομορφιά – «αν και αυτό δεν είναι προφανές από τον τρόπο που μαθαίνουμε γι’ αυτήν στο σχολείο», αναφέρει η Nolan.
Η μεγάλη δυνατότητα της τέχνης έγκειται στην αποκάλυψη της υποκειμενικότητας: Αυτό που βλέπει κάποιος αλλόκοτο, άσχημο ή ξένο μπορεί να γεννά σε κάποιον άλλο υπέροχα συναισθήματα. Αυτό το επίτευγμα είναι εξαιρετικά συγκινητικό όταν συμβαίνει με τη τέχνη που απεικονίζει κάτι αποκρουστικό.
Εστιάζοντας στα καλά στοιχεία
Η Άσχημη Δούκισσα (1513) του Quentin Matsys, αποτελεί μία από τις πιο διάσημες απεικονίσεις της ασχήμιας στη ζωγραφική. Σε πολλούς το γυναικείο πορτρέτο μπορεί να προκαλεί γέλιο, περιέργεια ή αποτροπιασμό.
Τι γίνεται όμως όταν κάποιος εστιάσει στις μικρές λεπτομέρειες του πίνακα: Τα ντελικάτα δάχτυλα, τα στοργικά μάτια, το περίτεχνο φόρεμα, τις ρυτίδες γύρω από το στόμα και το στέρνο;
Διαβασε ακομα
Αμαζόνιος: Η ξηρασία έφερε στο φως αρχαία βραχογραφήματαΚοιτάζοντας στο βίντεο τον πίνακα από άλλη σκοπιά με την καθοδήγηση της Lucia van der Drift, αμέσως η γυναίκα γίνεται πιο φιλική, πιο ενδιαφέρουσα – ίσως και πιο συμπαθητική.
Θα έχει πολλά να μοιραστεί μαζί μας. Σίγουρα είναι μία γυναίκα που διεκδικεί τη θέση της: Κάποια που δεν είναι εύκολο να περάσει απαρατήρητη και που μπορεί να μας εμπνεύσει να μην είμαστε τόσο σκληροί με τον εαυτό μας, αποβάλλοντας τις ανασφάλειές μας.
Στις μέρες μας, οι κραυγαλέες προκαταλήψεις – ομοφοβία, ρατσισμός, μισογυνισμός – οργιάζουν στο διαδίκτυο και όχι μόνο. Τις περισσότερες φορές συνοδεύονται από μία μισητή εμμονή σχετικά με την υπεροχή ενός συγκεκριμένου μοντέλου ομορφιάς.
Σε μία εποχή λοιπόν που οτιδήποτε θεωρείται ότι αψηφά τις mainstream τάσεις χλευάζεται ή παραγκωνίζεται, το να δώσουμε βάση στη γοητεία της ασχήμιας, αγκαλιάζοντας τις ατέλειες και τη διαφορετικότητα, μοιάζει να είναι η μόνη απάντηση στην καταδυνάστευση της ομορφιάς.
Με πληροφορίες από: The Telegraph